Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

corporate crime


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο corporate παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: crime
  • WordReference
  • Definition
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
corporate adj (of or for corporations)εταιρικός επίθ
 The consultant firm assessed all the corporate assets.
 Η εταιρία συμβούλων αξιολόγησε όλα τα εταιρικά περιουσιακά στοιχεία.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
body corporate (corporation)εταιρεία, επιχείρηση ουσ θηλ
  νομικό πρόσωπο φρ ως ουσ ουδ
corporate banking n (commercial finance) (τραπεζική, οικονομικά)επιχειρηματική τραπεζική, εταιρική τραπεζική επίθ + ουσ θηλ
corporate culture (company philosophy)επιχειρηματική νοοτροπία επίθ + ουσ θηλ
  κουλτούρα της επιχείρησης φρ ως ουσ θηλ
  εταιρική κουλτούρα επίθ + ουσ θηλ
corporate earnings npl (money earned by a company)έσοδα εταιρείας, εισοδήματα εταιρείας φρ ως ουσ ουδ πλ
corporate environment n (business context)επιχειρηματικό περιβάλλον, εταιρικό περιβάλλον επίθ + ουσ ουδ
corporate governance n (control of a company)εταιρικής διακυβέρνηση ουσ θηλ
corporate history n (company's past)ιστορικό της εταιρείας, ιστορικό της επιχείρησης περίφρ
  εταιρικό ιστορικό επίθ + ουσ ουδ
corporate identity n (business brand)εταιρική ταυτότητα επίθ + ουσ θηλ
 They were trying to change their corporate identity by using a new logo and advertisements.
corporate ladder n figurative (hierarchy within a business) (ετερείας, επιχείρησης)ιεραρχία ουσ θηλ
corporate law n (business or company law)εταιρικό δίκαιο επίθ + ουσ ουδ
  δίκαιο επιχειρήσεων φρ ως ουσ ουδ
corporate manager n (leader of a business organization)διευθυντής, διευθύντρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 Corporate managers are always looking for new ways to make money.
corporate market n (business customers) (επιχειρήσεις: πελατολόγιο)εταιρική αγορά, εταιρική πελατεία επίθ + ουσ θηλ
 This tablet computer is aimed at the corporate market.
corporate member n (voting member)στέλεχος με δικαίωμα ψήφου φρ ως ουσ αρσ/θηλ
 Corporate members are entitled to vote at annual general meetings.
corporate member n (belongs to an organization)στέλεχος εταιρείας φρ ως ουσ αρσ/θηλ
corporate rates npl (business discount)ειδικές τιμές για εταιρείες περίφρ
 They were going to charge me twice as much for the room because I forgot to ask for the corporate rates.
corporate role n (job position in business)θέση στην εταιρεία περίφρ
corporate social responsibility n (business: social good)εταιρική κοινωνική ευθύνη φρ ως ουσ θηλ
  κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων περίφρ
corporate tax,
also UK: corporation tax
n
(tax on business profits)φορολογία εισοδήματος εταιρειών περίφρ
  φορολογία επί του εισοδήματος εταιρειών περίφρ
corporate teaching n (business training)διδασκαλία σε στελέχη επιχειρήσεων περίφρ
  παροχή εκπαίδευσης σε εργαζόμενους περίφρ
corporate travel n (business trips)επαγγελματικό ταξίδι επίθ + ουσ ουδ
corporate world n (realm of business)εταιρικός κόσμος, επιχειρηματικός κόσμος επίθ + ουσ αρσ
  κόσμος των επιχειρήσεων φρ ως ουσ αρσ
ladder n figurative (corporate ladder)κλίμακα ουσ θηλ
  (μεταφορικά)σκάλα ουσ θηλ
 Dan started working as an intern and worked his way up the ladder over the next few decades.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση corporate crime στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «corporate crime».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!